Καταπέλτης είναι η έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις απευθείας αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων, καθώς διαπιστώνει αδιαφάνεια, μη έγκαιρο προγραμματισμό, εξάντληση των ανωτάτων ορίων, ελλιπή έλεγχο και αφήνει σαφείς αιχμές για διασπάθιση του δημοσίου χρήματος.
Ειδικότερα, το ένα από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας, στην έκθεση ελέγχου 4/2023 ασχολήθηκε όχι μόνο με το θέμα του υπέρογκου αριθμού των δημοσίων συμβάσεων αλλά και με τις διαδικασίες ανάθεσης, με τις παρατηρήσεις κάθε άλλο παρά να είναι… κολακευτικές.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, η οποία διενεργήθηκε ύστερα από έλεγχο 64 δημόσιων φορέων σε δείγμα 5.073 συμβάσεων που είχαν συναφθεί από δημόσιους φορείς κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2021 έως 30.4.2022 με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης ή της διαδικασίας με διαπραγμάτευση, σε «πρωταθλητές» στο… άθλημα των απευθείας αναθέσεων αναδεικνύονται τα νοσοκομεία και οι ΥΠΕ. Συγκεκριμένα, στα 7 νοσοκομεία και τις 2 ΥΠΕ που ελέγχθηκαν, διαπιστώθηκε ότι οι απευθείας αναθέσεις λόγω ποσού ή κατόπιν διαπραγμάτευσης είναι το βασικό εργαλείο που χρησιμοποιείται τόσο για τις προμήθειες όσο και για τις υπηρεσίες, καθώς το ποσοστό τους επί του συνόλου των αναθέσεων των ανωτέρω φορέων ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 84,32%!
Εάν μάλιστα συνυπολογισθούν και οι συμβάσεις ήσσονος αξίας το ποσοστό των απευθείας αναθέσεων επί του συνόλου των αναθέσεων κυμάνθηκε από 41,91% έως 96,85% με τον μέσο όρο να ανέρχεται σε 87,88%!
Συνολικά ελέγχθηκαν 31 ΟΤΑ α΄ βαθμού, 4 ΟΤΑ β΄ βαθμού και 2 νομικά πρόσωπα, 9 νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, 7 νοσοκομεία και 2 ΥΠΕ, 3 Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και 6 Υπουργεία. Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι το ποσοστό των απευθείας αναθέσεων επί του συνόλου των συμβάσεων ανά ΟΤΑ α΄ βαθμού (το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος) κυμάνθηκε από 9,19% έως 98,73% , ενώ σε 5 εξ αυτών υπερβαίνει το 80%, ανά νοσοκομείο από 31,91% έως 80,50%, ανά ΑΕΙ από 6,45% έως 13,69%, ανά ΟΤΑ β΄ βαθμού από 3,65% έως 19,19%, ανά νπδδ από 9,53% έως 100,00% (σε ένα διαδημοτικό λιμενικό ταμείο) και ανά Υπουργείο από 7,93% έως 86,05%.
Μέσα στο εξεταζόμενο δείγμα Καβάλα, Δράμα και Ξάνθη!
Στην ογκωδέστατη, πολυσέλιδη και… καυτή έκθεση του εκτός από νούμερα.. μαμούθ τα οποία έχουν διακινηθεί από δημόσιους φορείς δίχως διαγωνιστικές διαδικασίες, αναφέρονται σε υπόμνημα και οι εξεταζόμενοι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ των οποίων μεγάλοι δήμοι, αλλά και οι δικοί μας της Καβάλας, της Δράμας και της Ξάνθης!
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το θέμα του μεγάλου αριθμού απευθείας αναθέσεων ανέδειξε πρώτη η «Ναυτεμπορική» (φ.29/10/2021). Στην έκθεση ελέγχου υπάρχουν αρκετά παραδείγματα για το πώς γίνεται κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος. Αναθέσεις χωρίς κριτήρια, χωρίς ανταγωνισμό, χωρίς έκπτωση, ενώ είναι σύνηθες το φαινόμενο οι αναθέτοντες φορείς να εξαντλούν τα ανώτατα όρια που προβλέπει ο νόμος.
Σε κάθε περίπτωση, η έκθεση θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν από την κυβέρνηση, τους τοπικούς φορείς και από όλους πολίτες οι οποίοι θα πρέπει να παρεμβαίνουν όταν διαπιστώνουν προκλητικές αναθέσεις.
Τι έγινε την τελευταία διετία
Η έρευνα του Ελεγκτικού Συνεδρίου εστίασε στις 314.006 απευθείας αναθέσεις της διετίας 2021-2022 (Απευθείας ανάθεση άρθρα 118 και 328 ν. 4412/2016 και Διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης άρθρο 32 ν. 4412/2016), συνολικού προϋπολογισμού 4,454 δισ. ευρώ, και καταλήγει στα εξής επτά πορίσματα:
- Οι δημόσιοι φορείς δεν προγραμματίζουν εγκαίρως και ορθολογικά την κάλυψη των αναγκών τους. Προσαρμόζουν τις ανάγκες τους στο όριο των απευθείας αναθέσεων καλύπτοντας αυτές αποσπασματικά και προβαίνοντας σε κατατμήσεις.
- Δεν αιτιολογείται επαρκώς ο απρόβλεπτος και επείγων χαρακτήρας των αναγκών που καλύπτονται με προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση. Οι αναθέτοντες φορείς ταυτίζουν το «απρόβλεπτο» με το «επείγον».
- Σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης υφίστανται στην ουσιαστική συμμετοχή των διοικητικών υπηρεσιών του φορέα κατά τη διαδικασία που προηγείται της τελικής απόφασης ώστε να μη δημιουργούνται υπόνοιες αυθαιρεσίας και αδιαφάνειας.
- Σε πολλές περιπτώσεις δεν καθορίζεται με σαφήνεια το αντικείμενο της σύμβασης, ούτε προκύπτει ο τρόπος υπολογισμού της εκτιμώμενης δαπάνης. Δεν αποδεικνύεται προηγούμενη έρευνα αγοράς.
- Δεν παρέχονται εχέγγυα διαφάνειας ως προς την επιλογή του αναδόχου και τον καθορισμό του τιμήματος ιδίως όταν διενεργούνται επανειλημμένες αναθέσεις στον ίδιο ανάδοχο. Δεν υφίστανται προκαθορισμένα και επομένως επαληθεύσιμα κριτήρια επιλογής όσων καλούνται να υποβάλουν προσφορά. Δεν γίνεται διαπραγμάτευση του τιμήματος. Προσφέρονται χαμηλά έως μηδενικά ποσοστά έκπτωσης. Συστήματα ηλεκτρονικής αγοράς δεν εφαρμόζονται ευρέως.
- Το υψηλότερο ποσοστό απευθείας αναθέσεων παρατηρήθηκε στα νοσοκομεία. Μικρό ποσοστό των συμβάσεών τους ανατίθεται μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών λόγω χρόνιων συστημικών αδυναμιών σε συνδυασμό με τις επιτακτικές ανάγκες προμήθειας φαρμάκων και λοιπών αναλωσίμων. Προσφυγή σε νομιμοποιητικές διατάξεις.
- Οι δημόσιοι φορείς δεν διαθέτουν σύστημα αξιολόγησης των καταγγελιών και αξιοποίησης αυτών για τη βελτίωση της ακεραιότητας της διαδικασίας των απευθείας αναθέσεων. Στις απευθείας αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων και στις αναθέσεις ύστερα από σύντομη διαδικασία διαπραγμάτευσης, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, οι αναθέτουσες αρχές συνάπτουν τη σύμβαση με οικονομικό φορέα της επιλογής τους. Η διακριτική ευχέρεια που παρέχεται στις αναθέτουσες αρχές χάριν της απλούστευσης των διαδικασιών δεν σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν όποιον φορέα επιθυμούν χωρίς να αιτιολογούν την επιλογή τους αυτή επισημαίνει, μεταξύ άλλων, το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Για να μην εγείρονται υπόνοιες χαριστικών συμβάσεων, η έλλειψη ανταγωνισμού πρέπει να αντισταθμίζεται με εγγυήσεις διαφάνειας αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής του αναδόχου, τα οποία πρέπει να είναι προκαθορισμένα και επομένως επαληθεύσιμα. Η ανάγκη αυτή καθίσταται επιτακτικότερη όταν παρατηρείται συστηματική επιλογή του ίδιου αναδόχου επί σειρά ετών. Στην πλειονότητα των συμβάσεων που ελέγχθηκαν δεν προκύπτει ότι η επιλογή των αναδόχων γίνεται βάσει έρευνας αγοράς ή βάσει άλλων κριτηρίων τα οποία είναι προκαθορισμένα και διαφανή.
Μέχρι τελευταίας… δεκάρας
Με τον ν. 4782/2021 το ανώτατο όριο της εκτιμώμενης δαπάνης μέχρι του οποίου μπορεί να συναφθεί σύμβαση με απευθείας ανάθεση αυξήθηκε (από 1.6.2021) από 20.000 ευρώ σε 30.000 ευρώ για τις συμβάσεις προμηθειών και γενικών υπηρεσιών και σε 60.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις έργων ή κοινωνικών και άλλων ειδικών υπηρεσιών, καθώς και έργων Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνιών. Χαρακτηριστικό είναι ότι μετά την αύξηση του ποσοτικού ορίου των απευθείας αναθέσεων που επήλθε από 1.6.2021 με τον ν. 4782/2021, ελεγχόμενοι φορείς συνήψαν για την κάλυψη των ίδιων αναγκών νέες συμβάσεις μέχρι του ποσού του νέου ορίου.