Ασυδοσία και κερδοσκοπία βλέπει πίσω από τις αυξημένες τιμές του ελαιολάδου στα σούπερ μάρκετ ο πρόεδρος του ΓΕΩΤΕΕ Ζαφείρης Μυστακίδης, τονίζοντας πως οι μηχανισμοί της αγοράς δεν αντιμετώπισαν αποτελεσματικά το φαινόμενο. Ο ίδιος μίλησε για την περσινή παραγωγή που έφερε έκρηξη των τιμών αλλά και την φετινή που δεν ήταν όσο καλή φαινόταν, ενώ εξήγησε ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την παραγωγικότητα των δέντρων.
«Είναι γεγονός ότι υπάρχουν φαινόμενα κερδοσκοπίας, εντάξει πέρσι είχαμε τη δικαιολογία ότι ήταν μια ελλειματική χρονιά, είχαμε μεταφορές και αγοραπωλησίες σε μεγάλα μεγέθη από άλλες χώρες που ήταν ελλειμματικές και αυτές όπως η Ισπανία και η Ιταλία, το δεχτήκαμε μέχρι ένα σημείο. Από την άλλη μη ξεχνάμε ότι μέχρι πρόπερσι οι τιμές του ελαιολάδου ήταν πολύ χαμηλά με αποτέλεσμα και οι ίδιοι οι παραγωγοί να δυσανασχετούν και δικαιολογημένα θα έλεγα καθώς το κόστος παραγωγής έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Τώρα φτάσαμε στο άλλο άκρο, είχαμε υπέρογκες αυξήσεις, το λάδι έφτασε να είναι είδος πολυτελείας για τον καταναλωτή και φτάσαμε στη φετινή χρονιά, παρότι είχαμε μεγαλύτερη παραγωγή από πέρσι. Αν με ρωτάγατε το Μάιο θα σας έλεγα ότι θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη η παραγωγή, αλλά οι κλιματολογικές συνθήκες, η ανομβρία και η παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες δεν επιτρέψανε στα ελαιόδεντρα να παράξουν κανονικά ελαιόλαδο στις ποσότητες που περιμέναμε άρα λοιπόν προσγειωθήκαμε ανώμαλα στο κομμάτι της παραγωγής».
«Τώρα ερχόμαστε στο δια ταύτα, ότι στην Ελλάδα είναι γεγονός ότι ανεβαίνει δύσκολα κατεβαίνει, αυτό είναι ένας κανόνας και δεν αφορά μόνο το ελαιόλαδο, έχουμε χαρακτηριστικά παραδείγματα σε είδη διατροφής και ευρείας χρήσης βλέπουμε ότι υπάρχει μία ασυδοσία, έτσι θα την ονομάσω εγώ και φαίνεται τελικά ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί παρότι κάνουν μία προσπάθεια αυτή δεν είναι αποτελεσματική στον έλεγχο των τιμών και στον έλεγχο της ασυδοσίας, εγώ θα το επεκτείνω ακόμα και στον έλεγχο της ποιότητας και της διατροφικής ασφάλειας των καταναλωτών όσον αφορά το ελαιόλαδο. Είναι πολλά τα παραδείγματα ιδιαίτερα πέρσι που είχε ανέβει η τιμή του ελαιολάδου, πολλαπλασιάστηκαν κατά πολύ τα κρούσματα νοθείας με μίξη ελαιόλαδο με ηλιέλαιο ή με υποδεέστερα λάδια ή έλαια που δεν ήταν ασφαλή για ανθρώπινη κατανάλωση.
«Φαίνεται ότι δεν είναι επαρκής αυτή η έλεγχοι των ηλεκτρικών μηχανισμών θα πρέπει να ενταθούν και στο κομμάτι το τιμόνι αλλά και στο κομμάτι της ασφάλειες αυτών των προϊόντων που διακινούνται. Γίνεται μία προσπάθεια και με την νομοθεσία που προσπαθεί να αλλάξει ο τρόπος που εμπορεύονται αυτοί οι τενεκέδες, υπάρχουν οι μικροί παραγωγοί που παράγουν λάδι και θέλουν να το διοχετεύσουν στην αγορά αλλά αυτό δε γίνεται μόνο τώρα, γίνεται χρόνια. Η νομοθεσία είχε αφήσει ένα μικρό παράθυρο που δεν το ελέγχει καλά, κάποιοι επιτήδειοι να εμφανίζονται σαν παραγωγοί και να διοχετεύουνε λάδι ενώ δεν έχουν και καθόλου δέντρα ή έχουν λίγα δέντρα να βγάζουν ποσότητες δυσανάλογες με τα δέντρα που έχουνε, ή να μην έχουνε καθόλου δέντρα και να εμφανίζονται ως παραγωγοί. Και εκεί υπάρχει ο κίνδυνος της διατροφικής ασφάλειας γιατί δεν ξέρεις τι έχει μέσα, δεν υπάρχει κάποιος έλεγχος.
«Θεωρητικά αυτά που είναι στα ράφια των σούπερ μαρκετ ελέγχονται, βέβαια και εκεί έχουν εντοπιστεί νοθείες αλλά υπάρχει ένας έλεγχος και τα στοιχεία, μια ετικέτα, παραστατικά κτλ. Στον τενεκέ τα πράγματα είναι ακόμη πιο σκοτεινά και επαφίεται στην ευσυνειδησία αυτού που τα πουλάει και στην εμπιστοσύνη που του έχουμε, είναι κάτι που δε μπορεί να το ελέγξει η νομοθεσία. Η νομοθεσία προβλέπει για τα άνω των 5 κιλών μπιτόνια ότι απαιτούνται δελτία αποστολής κτλ, γίναμε μάρτυρες της υπόθεσης μιας γυναίκας στη Θάσο που βρήκε το μπελά της».
«Φέτος και στην περιοχή μας ήταν σαφώς καλύτερη η χρονιά από πέρσι που ήταν μία χρόνια αρνητικού ρεκόρ σε ποσότητες και επιτραπέζιας ελιάς και ελαιολάδου. Φέτος χαμογέλασαν λιγο περισσότερο οι παραγωγοί, είναι ικανοποιημένοι αλλά όχι στον βαθμό που περιμένανε. Το Μάιο είχαμε την αισιοδοξία ό,τι θα έχουμε μεγαλύτερες ποσότητες και αυτή η προσδοκία δεν ικανοποιήθηκε την περίοδο της συγκομιδής. Θα μπορούσε να ήταν πολύ καλύτερα. Στο κομμάτι που αφορά το κλίμα ναι είναι θετικό ότι φέτος έχουμε κανονικό χειμώνα, όμως στο αν θα υπάρξουνε ή όχι ποσότητες ικανοποιητικές την άνοιξη που θα τα δούμε πάνω στα δέντρα εξαρτάται και από το πόσο έχουν καταπονηθεί τα δέντρα λόγω του φορτίου που είχανε πέρσι το καλοκαίρι. Το πόσο έχουν καταπονηθεί από τις υψηλές θερμοκρασίες και την ανομβρία, έχουμε ένα λίγο καλύτερο χειμώνα αλλά οι άλλοι παράγοντες που επηρεάζει το φαινόμενο του πόσο παραγωγικά θα είναι τα δέντρα δεν μπορούμε ακόμα να το αξιολογήσουμε επαρκώς. Έχουμε κάποιους φόβους ότι τα πολύ φορτωμένα δέντρα να έχουμε το φαινόμενο μια χρονιά να είναι καλή και να παράγει πολύ και μία χρονιά να μην παράγει. Αυτό έχει να κάνει με την ποσότητα του φορτίου του καρπού της κάθε χρόνιας».