Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι περνάμε στην φάση της έξυπνης διαχείρισης των υδάτινων πόρων που ούτε ανεξάντλητοι είναι και ήδη επηρεάζονται σημαντικά από την κλιματική κρίση. Αυτό είναι το συμπέρασμα της συζήτησης με τον Γεώργιο Συλαίο, καθηγητή του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του ΔΠΘ.Ο ίδιος μίλησε για τα φαινόμενα ξηρασίας και λειψυδρίας που παρατηρούνται ήδη, την τύχη της ΑΜΘ να διαθέτει τρία μεγάλα ποτάμια αλλά και την επιστημονική προσέγγιση της αξιοποίησης του νερού στην άρδευση που καταλαμβάνει και το 80% της συνολικής χρήσης του νερού στην χώρα μας.
«Η περιφέρεια η δική μας είναι μία περιφέρεια η οποία είναι ιδιαίτερα ευνοημένη από τη γεωγραφία και τη γεωμορφολογία, δέχεται τις απορροές από 3 μεγάλα διασυνοριακά ποτάμια, τον Έβρο το Νέστο και τον Στρυμόνα. Ουσιαστικά αυτά τα ποτάμια δεν υπάρχουν αντίστοιχα σε άλλες περιφέρειες τόσο μεγάλες ποσότητες γλυκού νερού που καταλήγουν στη θάλασσα, ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να είμαστε σε επιφυλακή και να παρακολουθούμε το φαινόμενο διότι ειδικά τώρα αυτή την περίοδο που είχαμε μία σημαντική περίοδο ξηρασίας, οι μικρότερες υδρολεκάνες, όπως π.χ. του Αγγίτη ή ποταμών και χείμαρρων που βρίσκονται στη Θάσο σε απομονωμένες νησιώτικες περιοχές, εκεί παρατηρούμε ότι τα προβλήματα είναι εντονότερα».
«Αντίστοιχα παρατηρούμε ότι το πρόβλημα είναι πάρα πολύ σημαντικό σε περιοχές που βρίσκονται πολύ κοντά στη θάλασσα γιατί την ώρα που οι ποτάμιες απορροές περιορίζονται λόγω της ξηρασίας που επικράτησε το τελευταίο διάστημα, έχουμε μία είσοδο της θάλασσας με αποτέλεσμα να μειώνεται και ουσιαστικά υποβαθμίζεται η ποιότητα του νερού το οποίο μπορεί να αντλήσει ένας παραγωγός ή ένας δήμος για να το διανέμει είτε για αγροτική χρήση είτε για οικιακή χρήση».
«Ο ποταμός Έβρος είναι ένα φυσικό σύνορο και η διαχείριση του πρακτικά είναι ιδιαίτερα περιορισμένη, γιατί καμία από τις τρεις χώρες, η Βουλγαρία, η Τουρκία και η Ελλάδα δεν έχει κάποια διασυνοριακή διαδικασία διαχείρισης του νερού του ποταμού, αυτό το παρατηρούμε ειδικά όταν έχουμε και φαινόμενα πλημμύρων. Τα τελευταία μόλις χρόνια έχει ξεκινήσει κάποια συνεργασία μεταξύ των χωρών ώστε να μπορούν σε ακραία γεγονότα να συνεργάζονται. Τώρα τα προβλήματα των ακραίων γεγονότων όπως είναι η συστηματική μείωση των βροχοπτώσεων για μεγάλη χρονική περίοδο και η μείωση των απορροών των ποταμών εξαιτίας αυτού του γεγονότος, δεν έχουν ακόμα ενταχθεί σε κάποιο πλαίσιο συνεργασίας. Αυτή τη στιγμή το πρόβλημα εγώ θα το εντόπιζα στις μικρότερες υδρολεκάνες, το πρόβλημα της ξηρασίας έχει δύο όψεις από τη μία το γεγονός ότι δεν έχουμε επαρκείς βροχοπτώσεις όπως συνήθως αυτή την εποχή θα είχαμε κάποιες βροχοπτώσεις και την περίοδο του χειμώνα βεβαίως και από την άλλη έχουμε πολύ αυξημένες θερμοκρασίες και οι πολύ αυξημένες θερμοκρασίες αυξάνουν την εξατμισοδιαπνοή, δηλαδή την απώλεια νερού από το έδαφος και τα φυτά με αποτέλεσμα να απαιτείται ακόμη περισσότερο νερό ώστε να καλυφθεί αυτό το έλλειμμα το οποίο εμφανίζεται».
«Τις προηγούμενες δεκαετίες θεωρούσαμε όλοι ότι θα μπορούσε να λυθεί με τεχνικά έργα, σήμερα η άποψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ότι χρειάζεται μία έξυπνη διαχείριση, δηλαδή μία διαχείριση του νερού η οποία να μη σπαταλά τον φυσικό αυτό πόρο που είναι εξαιρετικά σημαντικός. Σημερα γνωρίζουμε ότι το 80% των υδατικών πόρων που χρησιμοποιούμε στην Ελλάδα ουσιαστικά δαπανάται, ξοδεύεται στη γεωργία. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα άρα η πιο σημαντική παρέμβαση είναι να κάνουμε παρεμβάσεις έξυπνης γεωργίας και άρδευσης στις αγροτικές καλλιέργειες. Αυτό το φαινόμενο μπορεί να επιλυθεί και εμείς σαν εργαστήριο και σαν πανεπιστήμιο δουλεύουμε εδώ και 15 χρόνια περίπου πάνω στα θέματα της έξυπνης άρδευσης, όπου δηλαδή ποτίζει ο αγρότης ακριβώς όση ποσότητα νερού απαιτεί το φυτό. Το γνωρίζουμε λοιπόν εμείς με συστήματα που εγκαθιστούμε στο έδαφος και παρακολουθούμε την εδαφική υγρασία, με παρακολούθηση της εδαφικής θερμοκρασίας, το γνωρίζουμε επίσης επειδή παρακολουθούμε με μοντέλα πρόβλεψης ευρύτερης κλίμακας τις βροχοπτώσεις που πρόκειται να συμβούν το επόμενο διάστημα και συμβουλεύουμε τους αγρότες και με βάση τα χαρακτηριστικά του εδάφους, γιατί είναι άλλο να ποτίζεις ένα έδαφος που είναι αμμώδες, άλλο να ποτίζεις ένα έδαφος που είναι αργυλώδες άρα με βάση τις τοπικές συνθήκες, τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες του συγκεκριμένου φυτού, της συγκεκριμένης καλλιέργειας, προσαρμόζεις την ποσότητα νερού που θα πρέπει να διοχετεύσει στις καλλιέργειες και όχι μόνο την ποσότητα στο χρόνο αλλά και στο χώρο. Συχνά υπάρχουν κάποια τμήματα του χωραφιού που δεν ποτίζονται επαρκώς και κάποια άλλα υπεραρδεύονται».
«Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η εικόνα να ποτίζει ο αγρότης την ημέρα που έχουμε βροχή ή ενώ έχει βρέξει την προηγούμενη, όλο αυτό έχει να κάνει με μια πιο έξυπνη διαχείριση του νερού.
«Εμείς ως εργαστήριο τα τελευταία 15 χρόνια που ασχολούμαστε με το αντικείμενο έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα στην περιοχή μας έχουμε αρδεύσει και καλλιέργειες βαμβακιού και καλλιέργειες καλαμποκιού και καλλιέργειες αμπελώνων, έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα, ουσιαστικά αυτή τη στιγμή σαν εργαστήριο παρέχουμε και υπηρεσίες σε δήμους για να ποτίζουν τις πράσινες περιοχές τους, τις πράσινες ζώνες τους ή τα πάρκα τους με αυτό τον τρόπο. Πλέον η διαχείριση του νερού θα περάσει σε αυτή τη διαδικασία και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουν οι αγρότες και ενημερωθούν, τόσο πιο γρήγορα θα μπορούν να απορροφούν τους πόρους της νέας ΚΑΠ. Η νέα ΚΑΠ συνδέει το περιβάλλον, τη διαχείριση του περιβάλλοντος και ειδικά του υδατικούς πόρους με τις επιδοτήσεις που θα παίρνει ο αγρότης. Υπάρχει μία νέα έννοια που δεν έχει γίνει ευρέως γνωστή, η έννοια της παραγωγικότητας του νερού, δηλαδή δε μας ενδιαφέρει πόσο παράγει ο αγρότης ανά στρέμμα, γιατί αυτό είναι γνωστό πάνω κάτω, αυτό που μας ενδιαφέρει είναι πόσο παράγει ανά κυβικό μέτρο νερού που χρησιμοποιεί. Συνεπώς εκεί έχει τεράστιο χώρο η Ελλάδα και οι αγρότες για να βελτιωθούν και να μπορέσουν να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση στις επόμενες επιδοτήσεις της ΚΑΠ γιατί προς αυτή την κατεύθυνση πηγαίνει πλέον».
«Στην Ελλάδα δεν έχει γίνει εναρμόνιση πλήρης με την οδηγία για τη διαχείριση των υδάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης η οποία εκδόθηκε από το 2000! Το σημείο που δεν έχουμε εναρμονιστεί είναι η τιμολόγηση του νερού, αυτή τη στιγμή το οικιακό νερό ας πούμε αλλά και το αγροτικό, καταρχήν στο αγροτικό νερό δεν υπάρχει καμία τιμολόγηση, στο οικιακό νερό υπάρχει η τιμολόγηση που η κάθε ΔΕΥΑ κάθε δήμου εφαρμόζει. Ωστόσο αυτή η τιμολόγηση δεν λαμβάνει υπόψη την κατάσταση του πόρου, αν το νερό είναι σπάνιο και η δυνατότητα της οποιασδήποτε ΔΕΥΑ να προσφέρει το νερό που προσέφερε κατά το παρελθόν μειώνεται, τόσο το νερό θα πρέπει να τιμολογηθεί και θα πρέπει το κόστος του να ανέβει, αυτό λέει η οδηγία για την διαχείριση του νερού. Άρα ο οποιοσδήποτε καταναλωτής πέρα από την περιβαλλοντική του συνείδηση και την άσκηση της συνείδησης αυτής σε καθημερινή βάση, θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι στο μέλλον θα έχουμε μία διαδικασία κοστολόγησης του νερού που θα λαμβάνει υπόψη του και το νερό που έχουμε στη διάθεσή μας να διαχειριστούμε. Το ίδιο θα ισχύσει και για τον ρύπαινων που θα πληρώνει, δηλαδή ρίχνεις απόβλητα στη θάλασσα, θα πρέπει να υπάρχει ένα περιβαλλοντικό κόστος για αυτό που σήμερα δεν υπάρχει».