Ο φετινός προϋπολογισμός δείχνει ότι τελικά η διαχείριση που προσπαθούμε να αλλάξουμε το μοντέλο ανάπτυξης πέφτει στο κενό, επεσήμανε ο πρώην πρόεδρος της επιτροπής κεφαλαιαγοράς Χαράλαμπος Γκότσης. Ο ίδιος ανέλυσε τα σημαντικά στοιχεία του νέου προυπολογισμού, εξήγησε πως δεν δουλεύουμε για το μέλλον μας και πως είναι αμφίβολο το αν θα συντηρηθεί το ισχνό έστω 2% όταν σταματήσει η χρηματοδότηση μας από το ταμείο ανάκαμψης.
«Ο φετινός προϋπολογισμός αν δείτε τα στοιχεία στα βασικά μεγέθη τα οποία αναφέρεται θα δείτε ότι μοιάζει πάρα πολύ με τους δύο προηγούμενες που σημαίνει ότι τελικά η όποια διαχείριση ότι προσπαθούμε να αλλάξουμε το μοντέλο ανάπτυξης πέφτει στο κενό, δηλαδή δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής. Δεν έχει κάποια ορατή στρατηγική για το μέλλον, δεν υπάρχει όραμα σε αυτό τον προϋπολογισμό, δεν υπάρχει ένα πρόγραμμα το οποίο να έχουμε για επενδύσεις κυρίως στο μεταποιητικό τομέα, την βιομηχανία δηλαδή που εκτός του ότι απασχολεί πολύ κόσμο και καλά αμειβόμενο σε αντίθεση με την οικοδομή και με τον τουρισμό που τελικά εκεί βλέπετε ότι κινούμαστε. Άρα λοιπόν δε μπορεί να πει κανείς ότι είναι ικανοποιημένος ότι η χώρα τρέχει όπως ακούμε από διάφορα κυβερνητικά στελέχη».
«Πρώτα από όλα στο θέμα της ανάπτυξης η ευρωπαϊκή επιτροπή δείχνει πως θα είναι 2.1% και όχι 2.3% όπως αναφέρεται στον προϋπολογισμό, επίσης μου έκανε εντύπωση είναι ότι υπολογίζουν ένα πρωτογενές πλεόνασμα 2.4% ενώ η υποχρέωσή μας είναι 2,1% που σημαίνει ότι απορροφούμε πόρους από τους πολίτες και την οικονομία οι οποίοι πόροι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για αγορές και για την ενίσχυση της παραγωγικής διαδικασίας, και εκεί υπάρχει ένα πρόβλημα. Το έτερο θέμα είναι ότι υπάρχει μία παγίωση πλέον των έμμεσων και των άμεσων φόρων όπου από τα 70 δις ευρώ έσοδα που έχει το κράτος, 2.5 δις θα έχει περισσότερα του χρόνου από φέτος, το 60% είναι έμμεσοι φόροι και το 40% άμεσοι. Το θέμα είναι αυτό και δε γίνεται καμία συζήτηση για μείωση φόρων και κυρίως μιλάμε για ΦΠΑ και θα είδατε την δημοσκόπηση της GPO όπου το 91% τάσσονται υπέρ της μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής. Αυτό που το λέμε εμείς εδώ και 2-3 χρόνια ότι είναι απαράδεκτο στο γάλα, στο ψωμί, στα βασικά αγαθά ο Έλληνας και κυρίως η ευάλωτη οικογένεια να συνεχίζει να πληρώνει φόρο στο κράτος για το ψωμί και το γάλα. Οι δικαιολογίες που αναφέρονται δεν πείθουν κανέναν, εξ ου και το 91% που θεωρούν ότι έπρεπε προ πολλού να έχει μειωθεί ο ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής».
«Το άλλο είναι ότι δε βλέπω να τονίζονται πολύ βασικά μεγέθη, όπως το θέμα της ιδιοκατοίκησης, στην περίοδο της κρίσης οι οικονομολόγοι λέγαμε ότι ευτυχώς υπάρχουν δύο στοιχεία τα οποία δεν οδηγούνε μεγάλο κομμάτι του λαού μας στην εξαθλίωση. Το ένα ήτανε η υψηλή ιδιοκατοίκηση, στο 84.6% ήταν τότε, άρα οι περισσότεροι Έλληνες είχαν κάπου να μείνουν, και λέγαμε ότι βοηθάει πολύ η οικογενειακή αλληλεγγύη. Αν αυτό συνέβαινε σε μια χώρα της βόρειας Ευρώπης θα βλέπαμε πτώματα στο δρόμο. Τώρα βλέπουμε ότι η ιδιοκατοίκηση έχει πέσει στο 61% που σημαίνει πως τα περισσότερα νέα ζευγάρια πλέον δεν έχουν δικό τους σπίτι αλλά είναι υποχρεωμένα να νοικιάζουνε και βέβαια βλέπετε ότι τα ενοίκια συνεχώς αυξάνονται και από την ίδια έρευνα της GPO το 62.5% των Ελλήνων αναφέρουν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο κόστος στέγασης. Άρα ιδού ένα ακόμη οξύ πρόβλημα που δεν ακούγεται ενώ θα έπρεπε να μας ανησυχεί».
«Οι χώρες που είναι αποφασισμένες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα παρέχουν κάποια κονδύλια και φτιάχνουν 50.000 κατοικίες και τις διαθέτουν στα νέα ζευγάρια με πολύ χαμηλό τίμημα ενοικίου, όπως είχαμε παλιά την εργατική κατοικία. Βγείτε τώρα στην αγορά να δείτε τις τιμές για την αγορά κατοικίας που απαιτούν, σαφώς έχει ανέβει πολύ το κόστος και το όνειρο μίας κατοικίας απομακρύνεται όλο και περισσότερο. Αυτή την στιγμή έχουμε ένα ρυθμό ανάπτυξης 2-2.1%, που στο μισό τουλάχιστον οφείλεται στις εισροές χρημάτων από το ταμείο ανάκαμψης, δηλαδή από την Ευρώπη αλλά δεν προβλέπουμε, δεν δουλεύουμε για το μέλλον γιατί οι επενδύσεις συνεχίζουν να είναι πολύ χαμηλά στο 14% έναντι 24% στο μέσο όρο της Ευρώπης, βλέπετε ότι οι εξαγωγές και για αυτό έχουμε και ένα μεγάλο άνοιγμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
«Για το 2% της ανάπτυξης πρέπει να το δούμε αν πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι, όταν εμείς ξέρουμε ότι η Ελλάδα έχει υποστεί μια τεράστια μείωση του παραγωγικού της πλούτου και για να επανέλθουμε στο 2008 που ξεκίνησε η μείωση του ΑΕΠ, για να επανέλθουμε εκεί το 2030 θα πρέπει να έχουμε μια ανάπτυξη 7%! Αν συνεχίσουμε με το ρυθμό του 2% που αυτό δεν είναι εξασφαλισμένο μετά το 2027 που σταματούν τα χρήματα από την Ε.Ε., θα πρέπει να περιμένουμε το 2040 για να επανέλθουμε πάλι στο 2008. Εδώ μιλάμε για μία απομείωση της ευημερίας του κοινωνικού συνόλου διαρκείας, για αυτό η Ελλάδα στους σχετικούς δείκτες έχει την τελευταία ή προτελευταία θέση ενώ παλιότερα όταν είχαμε ένα ποσοστό σύγκλισης ήταν στο 82% ενώ τώρα είμαστε στο 67% είμαστε κάπου εκεί στη μέση, οπότε θα μπορούσε να πει κανείς ότι ειμαστε ικανοποιημένοι σαν χώρα συγκρινόμενοι έστω με τις ευρωπαϊκές χώρες του νότου. Τώρα μας έχουν περάσει οι περισσότερες χώρες του ανατολικού μπλοκ που μόλις πριν 25 χρόνια εισήγαγαν την ελεύθερη αγορά στην οικονομία τους».
«Οι εισοδηματικοί δείκτες δεν είναι ξέρετε ένα ονομαστικό μέγεθος, ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι και οι μισθοί είναι πάρα πολύ χαμηλοί και οι συντάξεις είναι πάρα πολύ χαμηλές και μιλάμε βέβαια συνεχώς για κάτι επιδοματάκια, μερικές φορές σπαταλάμε χρήματα δίνοντας επιδόματα σε κάποιους που δεν έπρεπε, δεν γίνεται ένα ξεκαθάρισμα σημαντικό ώστε να πιάνουν τόπο τα επιδόματα αυτά και υπάρχει μια τάση για προβολή αυτών των επιδομάτων ως πολιτική η οποία για μία αναπτυγμένη χώρα δεν μας κολακεύει καθόλου. Δε μπορεί ένας επιστήμων ή ένας αεροπαγίτης λόγω της προσωπικής διαφοράς να περιμένει να εξισωθεί η σύνταξη του με του απλού υπαλλήλου για να πάρει μία αύξηση, βρέθηκε να δοθεί ένα δωράκι τα Χριστούγεννα!»