Ποιος θα μας εξασφαλίσει ότι κατά την προσφυγή μας στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης θα συζητηθούν μόνο τα θέματα που μας αφορούν και συζητάμε ως χώρα, όπως η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ όταν η Τουρκία και συγκεκριμένα ο Ερντογάν διακηρύσσει ότι θέλει να θέσει τα δικά της ζητήματα και κυρίως τις μονομερείς διεκδικήσεις της; Αυτό αναρωτήθηκε σε συνέντευξη του στον Alpha Radio ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των κυβερνήσεων Καραμανλή Ιωάννης Βαληνάκης, αναλύοντας τόσο την διαδικασία προσφυγής στην Χάγη όπως συζητείται αλλά και το πλαίσιο της συζήτησης που μπορεί να γίνει εκεί, με τον φόβο να τεθούν «θέματα εδαφικής κυριαρχίας και στρατιωτικής άμυνας τα οποία έχουμε αποκλείσει από τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου».
«Το μεγάλο θέμα είναι πως προσεγγίζουμε το πρόβλημα που λέγεται Τουρκία, δηλαδή την τουρκική απειλή, την προσπάθεια της Τουρκίας να αναθεωρήσει τις συνθήκες, να αναθεωρήσει τα σύνορα με όλες αυτές τις βλέψεις και διεκδικήσεις τις οποίες διατυπώνει συνεχώς. Εδώ νομίζω ότι πρέπει να σκεφτούμε ότι υπάρχουν δύο προσεγγίσεις, η πρώτη προσέγγιση λέει πολύ απλά ότι όσα σήμερα διεκδικεί η Τουρκία, όλη αυτή η επιθετική ρητορική και ο αναθεωρητισμός για τα σύνορα είναι κυρίως ή πλήρως απότοκο των εσωτερικών παραμέτρων, θέμα εσωτερικής κατανάλωσης που τα χρησιμοποιεί η κυβέρνηση στον πολιτικό και κομματικό ανταγωνισμό και δεν θα πρέπει άρα να τα λάβουμε σοβαρά υπόψη και μπορούμε με ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη στην Τουρκία να συζητήσουμε θέματα όπως αυτά που θέτει η ίδια ή αυτά που εμείς βάζουμε στο τραπέζι, άρα υπάρχει όριο η Τουρκία να γίνει μία κανονική χώρα και οι σχέσεις μας μαζί της επίσης κανονικές και δεν θα υπάρξει μείζονα σύγκρουση.
«Η άλλη προσέγγιση λέει ότι η απειλή από την Τουρκία είναι πραγματική, ότι εννοεί αυτά που μας αναπτύσσει καθημερινά από το μία νύχτα ξαφνικά, μέχρι το ότι το μισό Αιγαίο της ανήκει, ή ότι είναι μια σπουδαία δύναμη την οποία πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας σε οποιαδήποτε κίνηση κάνουμε. Άρα σε αυτή την περίπτωση εάν η Τουρκία τα εννοεί, θα πρέπει να καταλήξουμε στο κεντρικό συμπέρασμα ότι πρέπει η Ελλάδα ως χώρα, το πολιτικό σύστημα, η κοινωνία να προσανατολισθούν προς το ενδεχόμενο ότι αυτά που η Τουρκία λέει θα τα κάνει, δηλαδή ότι θα επιτεθεί κάποια στιγμή κατά του ελληνικού εδάφους το οποίο διεκδικεί. Είτε είναι βραχονησίδες, είτε είναι μεγαλύτερα νησιά, διότι έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο, πέρα από τις αρχικές γκρίζες ζώνες τις οποίες διεκδικούσε να διεκδικεί και μεγάλα νησιά, δηλαδή νησιά του ανατολικό Αιγαίου όπως η Ρόδος, η Χίος, η Σάμος κτλ. με το πρόσχημα ότι επειδή λέει είμαστε υποχρεωμένοι να τα έχουμε αποστρατιωτικοποιημένα και δεν το κάνουμε, η ίδια αμφισβητεί την ελληνικότητα των νησιών αυτών».
«Υπήρξε μία προσπάθεια της ελληνικής πλευράς ιδίως μετά τους τουρκικούς σεισμούς που επικράτησε ένας συναισθηματισμός, να υπάρξει ένας νέος γύρος διαλόγου με την Τουρκία. Θέλω να θυμίσω στους νεότερους ότι η Ελλάδα έχει επιχειρήσει με την Τουρκία όλα σχεδόν τα είδη διαλόγου επί 50 χρόνια σχεδόν, από το 74 και μετά και ταυτόχρονα πολλές από τις ιδέες που εμφανίζονται σήμερα ως νέες έχουν δοκιμαστεί και στο παρελθόν, όπως για παράδειγμα το σπάσιμο του διαλόγου σε 3 επίπεδα, δηλαδή πολιτικός διάλογος, θετική ατζέντα δηλαδή οικονομικές σχέσεις και το τρίτο που παρουσιάζεται ως μέτρα οικοδόμησης της εμπιστοσύνης και πολλοί λένε ότι υποκρύπτει και στρατιωτικό διάλογο. Άρα λοιπόν όλα αυτά έχουν ξανασυζητηθεί στο παρελθόν, έχουν γίνει αντικείμενο εξαντλητικής συζήτησης μεταξύ των δύο πλευρών επι δεκαετίες και το να λέμε ότι θα δούμε πως θα προσεγγίσουμε το ζήτημα και να βρούμε σημεία να το λύσουμε μου φαίνεται λίγο υποκριτικό. Στην πραγματικότητα αυτό που προσπαθούμε να βρούμε είναι σε ποιο βαθμό είναι δυνατόν να υποχωρήσει η Τουρκία σε αυτά τα οποία ζητάει έτσι ώστε να υπάρξει μία κάποια συμφωνία και εκεί πολλοί πιστεύουν ότι η λύση βρίσκεται στην προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης».
«Δεν καταλαβαίνω πως αυτό μπορεί να συμβεί όταν εμείς θέλουμε να παραπέμψουμε στο δικαστήριο τα θέματα που εμάς ενδιαφέρουν και αυτά είναι βέβαια η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ και η Τουρκία θέλει τα δικά της ζητήματα να παραπέμψει που είναι όλα τα υπόλοιπα και κυρίως και οι μονομερής διεκδικήσεις της. Πως μπορούν να γεφυρωθούν αυτές οι δύο προσεγγίσεις και να υπάρξει ένα κοινό συνυποσχετικό; Να εξηγήσουμε ότι το συνυποσχετικό στην ουσία είναι ερώτημα που οι δύο πλευρές υπογράφουν προς το διεθνές δικαστήριο για το επίδικο αντικείμενο, δηλαδή θα κληθεί το δικαστήριο να λύσει την διαφορά ανάμεσα στα δύο μέρη και πολλές φορές προστίθενται εκεί και κάποιοι κανόνες για το πως θα το κάνει οι οποίοι μπορεί να είναι περιοριστικοί για την κρίση του, να βάλει δηλαδή κάποιες προϋποθέσεις αυτό το κοινό συνυποσχετικό. Άρα μπορεί να είναι και πολύ γενικόλογο συνυποσχετικό που λέει πολύ λίγα πράγματα και αφήνει στους δικαστές μεγάλη ελευθερία ή να είναι πολύ συγκεκριμένο και να περιορίζει την ελευθερία των δικαστών. Και αυτό γίνεται με την υπογραφή και των δύο πλευρών, δε γίνεται μονομερώς. Σε κάποια από τα σημεία του Αιγαίου και της Αν. Μεσογείου να κάνουμε μία οριοθέτηση με την Τουρκία για την αποκλειστική οικονομική ζώνη, αυτό λέμε και επίσημα και όλοι το δεχόμαστε αυτό ότι μπορεί να είναι και πρέπει να είναι το μοναδικό θέμα της παραπομπής στη Χάγη. Εδώ όμως λέω αυτό πως θα το εξασφαλίσεις όταν η άλλη πλευρά λέει όχι εγώ δεν θέλω αυτό το αντικείμενο, θέλω μία σειρά από δικά μου θέματα, υπάρχει ο φόβος να γίνουν αυτά ένα πακέτο. Αυτά λέει η Τουρκία στις δηλώσεις της τον τελευταίο χρόνο, λέγοντας όλα στη Χάγη. Αυτό σημαίνει ότι όποιο πρόβλημα υπάρχει μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας εκ των οποίων όλα σχεδόν είναι μονομερείς διεκδικήσεις της Τουρκίας αναθεωρητικές παλαιότερων ρυθμίσεων και συνθηκών θα πάνε να ξαναδικαστούν και να ξανασυζητηθούν σε ένα διεθνές δικαστήριο όπου δηλαδή διεθνείς δικαστές θα αποφασίσουν για μερικά πολύ σοβαρά πράγματα όπως είναι για παράδειγμα ένα κεντρικό ζήτημα που η Τουρκία βάζει, δηλαδή ότι πριν αρχίσουμε να χαράσσουμε τις θαλάσσιας γραμμές θα πρέπει να δούμε από ποιες ακτογραμμές χαράσσουμε αυτές τις γραμμές, άρα σε ποιον ανήκει η ξηρά, σε ποιον ανήκουν οι 158 νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου που η Τουρκία θεωρεί ότι δεν είναι ελληνικές και μιλάμε για νησιά που είναι κατοικημένα πολλά εξ αυτών! Άρα πως θα βρεθεί ένας συγκερασμός απόψεων σε τόσο αποκλίνουσες απόψεις που έχουν οι δύο χώρες και υπάρχει εδώ οπωσδήποτε η καχυποψία ορισμένων ότι με ένα γενικόλογο συνυποσχετικό ή με ρυθμίσεις που θα συμφωνηθούν ανάμεσα στις δύο πλευρές θα αφεθεί το διεθνές δικαστήριο ελεύθερο να κρίνει και για άλλα θέματα που εμείς δεν επιθυμούμε να κριθούν από διεθνές δικαστήριο διότι είναι θέματα εδαφικής κυριαρχίας και στρατιωτικής άμυνας τα οποία έχουμε αποκλείσει από τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου και δε θεωρούμε ότι μία χώρα μπορεί τέτοια θέματα να τα ρίξει στα ζάρια ενός διεθνούς δικαστηρίου».